
Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξενοδόχων εκφράζει την έντονη διαμαρτυρία της για τις πρακτικές που εφαρμόζει η Αρχαιολογική Υπηρεσία στους ελέγχους ξενοδοχειακών μονάδων που αιτούνται παραχώρηση απλής χρήσης αιγιαλού. Η ΠΟΞ καταγγέλλει ότι η Υπηρεσία υπερβαίνει συστηματικά τα όρια της θεσμικής της αρμοδιότητας, επεκτείνοντας τους ελέγχους σε παρακείμενες ιδιοκτησίες και εγκαταστάσεις εκτός αρχαιολογικών χώρων, ακόμη και όταν αυτές δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με την αιτούμενη χρήση ή τον αιτούντα.
Η Ομοσπονδία ζητά την άμεση παρέμβαση του γενικού γραμματέα Δημόσιας Περιουσίας, Αθανασίου Τσιούρα, τονίζοντας ότι η Αρχαιολογική Υπηρεσία οφείλει να περιορίζεται στην αποστολή που της αναθέτει ο νόμος: να κρίνει αποκλειστικά εάν η αιτούμενη χρήση επηρεάζει ή όχι μνημεία ή αρχαιολογικούς χώρους. Για κάθε άλλο ζήτημα – όπως κατασκευές ή υποτιθέμενες αυθαίρετες χρήσεις εκτός του αιτούμενου χώρου – υπάρχουν άλλες αρμόδιες αρχές με την τεχνογνωσία και τη θεσμική ευθύνη να επιλαμβάνονται.
Η επιστολή:
«Προς κ. Αθανάσιο Τσιούρα, Γενικό Γραμματέα Δημόσιας Περιουσίας
Αγαπητέ κύριε γενικέ γραμματέα,
Με την ψήφιση του Ν. 5092/2024, ο οποίος εισήγαγε μια νέα διαδικασία για τις παραχωρήσεις της απλής χρήσης του αιγιαλού στις όμορες επιχειρήσεις που έχουν προτιμησιακό δικαίωμα, προστέθηκε (ορθά καταρχήν, σε επίπεδο πρόθεσης) η απαίτηση σύμφωνης γνώμης από την αρμόδια Αρχαιολογική Υπηρεσία, όταν ο αιτούμενος χώρος βρίσκεται σε περιοχές αρχαιολογικού ενδιαφέροντος.
Ωστόσο, η εφαρμογή αυτής της διάταξης έχει οδηγήσει σε στρεβλώσεις, καθώς η γνωμοδοτική διαδικασία δεν περιορίζεται πάντοτε στον προς παραχώρηση κοινόχρηστο χώρο, αλλά συχνά επεκτείνεται και σε παρακείμενες ιδιοκτησίες ή εγκαταστάσεις εκτός αρχαιολογικών χώρων, ακόμα και αν αυτές είναι άσχετες με την αιτούμενη χρήση ή τον αιτούντα.
Με τον τρόπο αυτό επηρεάζεται η παγιωμένη και θεσμικά κατοχυρωμένη έως τώρα διαδικασία παραχώρησης, προκαλώντας αδικαιολόγητες καθυστερήσεις και απορρίψεις σε αιτήματα που αφορούν ξενοδοχειακές επιχειρήσεις με σταθερή, επαναλαμβανόμενη παρουσία και αποδεδειγμένη συμμόρφωση με τους όρους του νόμου επί δεκαετίες.
Οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις δεν ασκούν μια περιστασιακή δραστηριότητα. Είναι μονάδες έντασης κεφαλαίου, με διαρκή ρόλο στις τοπικές κοινωνίες, και αποτελούν τους σταθερούς χρήστες των όμορων προς τις εγκαταστάσεις τους παραλιακών χώρων.
Ο κοινόχρηστος χώρος που αντιστοιχεί σε κάθε μονάδα είναι συγκεκριμένος, προβλέψιμος και κατ’ ουσίαν αμετάβλητος από έτος σε έτος. Δεν μπορεί να υπόκειται σε πλήρη επανεξέταση από μηδενική βάση, ιδίως όταν δεν έχει μεταβληθεί καμία ουσιαστική συνθήκη.
Ο ρόλος της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας πρέπει να περιορίζεται στο πεδίο της αρμοδιότητάς της: να κρίνει, δηλαδή, κατά πόσο η αιτούμενη χρήση επηρεάζει ή όχι μνημεία ή αρχαιολογικούς χώρους.
Για ζητήματα που δεν άπτονται του αρχαιολογικού αντικειμένου, όπως κατασκευές ή εικαζόμενες αυθαίρετες χρήσεις εκτός του αιτούμενου χώρου, υπάρχουν άλλες αρμόδιες υπηρεσίες, οι οποίες έχουν τη γνώση αλλά και τη θεσμική ευθύνη να επιλαμβάνονται.
Η αποστολή της Αρχαιολογίας δεν μπορεί να επεκτείνεται λειτουργικά και ελεγκτικά σε όλο το φάσμα δημόσιων και ιδιωτικών θεμάτων, ούτε να φέρει τον ρόλο ενός γενικού ελεγκτικού μηχανισμού.
Η Πολιτεία οφείλει να αντιμετωπίζει τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις με σοβαρότητα και συνέπεια, αναγνωρίζοντας ότι πρόκειται για σταθερές μονάδες με μακροχρόνια παρουσία, που δραστηριοποιούνται υπεύθυνα και επενδύουν ουσιαστικά στον τόπο όπου λειτουργούν.
Η αιφνίδια αλλαγή των όρων και προϋποθέσεων παραχώρησης από τη μία χρονιά στην άλλη, χωρίς ουσιαστική μεταβολή της πραγματικότητας, δεν εξυπηρετεί την προστασία των μνημείων. Αντιθέτως, δημιουργεί διοικητική σύγχυση και ανασφάλεια δικαίου.
Ο σεβασμός στην πολιτιστική κληρονομιά είναι απόλυτος και αδιαπραγμάτευτος. Όμως, για να είναι και αποτελεσματικός, πρέπει να συνυπάρχει με τη λειτουργικότητα και τη λογική, ιδίως σε περιπτώσεις επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται εντός πλαισίου, με διαχρονική συνέπεια και με αποδεδειγμένο σεβασμό στον δημόσιο χώρο.
Παραμένουμε στη διάθεσή σας για κάθε διευκρίνιση.
Με εκτίμηση
Γιάννης Χατζής, Πρόεδρος Δ.Σ.Άγγελος Καλλίας, Γενικός Γραμματέας