ΕλλάδαΟικονομία

Ποιοι είναι οι λόγοι που το κρέας έπαθε… ελαιόλαδο: Στο +55% το μοσχάρι, στο +43,3% αρνί και κατσίκι

Η ανηφόρα δεν πρόκειται να σταματήσει.

Όταν τον Ιούνιο του 2021 άρχισε να “τσιμπάει” ο πληθωρισμός των τροφίμων λίγοι φανταζόταν ότι τέσσερα χρόνια αργότερα το μοσχάρι, όπως και το ελαιόλαδο, από βασικά αγαθά θα μετατρέπονταν σε είδη πολυτελείας.

Με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ στο διάστημα αυτό η τιμή στο μοσχάρι έχει εκτιναχθεί 54,6%, καταγράφοντας την υψηλότερη αύξηση μεταξύ όλων των κατηγοριών κρέατος.

Μόνο τον Σεπτέμβριο σημειώθηκαν, σε ετήσια βάση, σημαντικές ανατιμήσεις στα κρέατα, που είναι στο 8,4%, ενώ, σε μηνιαία σύγκριση, υπάρχουν νέες αυξήσεις τιμών σε μοσχάρι (2%), αρνί και κατσίκι (2,8%).

Στα σούπερ μάρκετ, η τιμή του μοσχαρίσιου κρέατος κυμαίνεται από 11,89 έως 22,90 ευρώ το κιλό, ανάλογα με το τμήμα του ζώου την ηλικία και την προέλευσή του. Στα παραδοσιακά κρεοπωλεία, οι τιμές κινούνται μεταξύ 14-23 ευρώ.

Και η ανηφόρα δεν πρόκειται να σταματήσει.

Όπως πρόσφατα τόνισε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Νιτσιάκος, Κώστας Νιτσιάκος, “πέρυσι αγοράζαμε 3,80 ευρώ το κιλό το μοσχάρι από τη Γαλλία σε ζωντανό ζώο και φέτος το αγοράζουμε 6,50 ευρώ το κιλό”. Η αύξηση της τάξης του 71% μέσα σε έναν χρόνο μεταφράζεται άμεσα σε πληθωρισμό στο ράφι. “Τα μηνύματα που έχουμε από τους γαλλικούς συνεταιρισμούς με τους οποίους συνεργαζόμαστε είναι πως δεν υπάρχει οροφή”, προειδοποίησε, ενώ σημείωσε ότι σε λίγους μήνες ο μοσχαρίσιος κιμάς θα φτάσει τα 20 ευρώ το κιλό.

Αυτή τη στιγμή ο βόειος κιμάς από λάπα, δηλαδή ο φθηνότερος από εισαγόμενο νεαρό μοσχάρι, πωλείται στα σούπερ μάρκετ από 11,89 ευρώ το κιλό. Ωστόσο σε αρκετά κρεοπωλεία οι τιμές του κιμά από ποιοτικό ελληνικό βόειο κρέας, ή premium εισαγόμενο φτάνει κοντά στο “ορόσημο” των 20 ευρώ.

Η πραγματικότητα είναι ότι μόλις το 10% της κατανάλωσης βόειου κρέατος στην Ελλάδα καλύπτεται από εγχώρια παραγωγή. Το υπόλοιπο 90% εισάγεται κυρίως από τη Γαλλία, την Ολλανδία, τη Γερμανία και την Πολωνία καθιστώντας τη χώρα απόλυτα εξαρτημένη από τις διεθνείς τάσεις.

Το αρνί και το κατσίκι με άλμα 43,3%

Η δεύτερη μεγαλύτερη αύξηση καταγράφεται στο αρνίσιο και κατσικίσιο κρέας, καθώς από τον Ιούνιο του 2021 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2025 παρουσιάζει άνοδο 43,3%. Η αύξηση αυτή είναι ιδιαίτερα αισθητή κατά τις περιόδους των γιορτών, όταν η ζήτηση για αρνί παραδοσιακά εκτινάσσεται. Αξίζει να σημειωθεί ότι το αρνί και το κατσίκι έχουν την υψηλότερη τιμή μεταξύ όλων των κατηγοριών κρέατος.

Η κατάσταση επιδεινώνεται από την επιδημία ευλογιάς των προβάτων που πλήττει τα κοπάδια, με τις εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για πρόσθετες αυξήσεις της τάξης του 15-20% ενόψει των γιορτών, καθώς η χώρα θα επιδιώξει να καλύψει τις ανάγκες μέσω εισαγωγών για να αποφευχθεί εκρηκτική κατάσταση στις τιμές.

Το χοιρινό ακρίβυνε 37,9%

Το χοιρινό κρέας, παραδοσιακά πιο προσιτό από το μοσχάρι, κατέγραψε επίσης σημαντική αύξηση. Στο διάστημα της πληθωριστικής κρίσης έχει σημειώσει άνοδο 37,9%. Η αύξηση αυτή κατέστη πιο έντονη από το 2022 και μετά, καθώς οι ευρωπαϊκοί κανόνες ευζωίας των ζώων και οι αυξήσεις στο κόστος παραγωγής επηρέασαν την προσφορά.

Το χοιρινό παραμένει η πιο οικονομική επιλογή για πολλές οικογένειες, ωστόσο η τιμή του έχει πλέον φτάσει σε επίπεδα που κάνουν και αυτό λιγότερο προσιτό. Ενδιαφέρον είναι το φαινόμενο που καταγράφεται στα κρεοπωλεία το τελευταίο διάστημα. Παρά την σχετικά χαμηλότερη τιμή του χοιρινού, επαγγελματίες του κλάδου αναφέρουν μία ανεξήγητη μείωση της ζήτησης για αυτήν την κατηγορία κρέατος. Η χονδρική τιμή του χοιρινού παραμένει σχετικά σταθερή, αντίθετα με το μοσχάρι όπου μόνο μέσα στο 2024-2025 η χονδρική τιμή αυξήθηκε κατά 30%.

Ποιοι είναι οι λόγοι που το κρέας έπαθε… ελαιόλαδο: Στο +55% το μοσχάρι, στο +43,3% αρνί και κατσίκι

Στα πουλερικά η μικρότερη αύξηση

Τα πουλερικά, και ειδικά το κοτόπουλο, κατέγραψαν τη μικρότερη αύξηση μεταξύ όλων των κατηγοριών κρέατος, της τάξης του 26,8%.

Το κοτόπουλο λειτουργεί πλέον ως “καταφύγιο” για τους καταναλωτές. Επαγγελματίες του κλάδου αναφέρουν τεράστια αύξηση της ζήτησης για πουλερικά καθώς οι οικογένειες στρέφονται σε πιο οικονομικές πηγές πρωτεΐνης. Η εγχώρια παραγωγή κοτόπουλου είναι η μόνη κατηγορία κρέατος που παρουσιάζει θετικό πρόσημο.

Ωστόσο, και εδώ οι πιέσεις είναι έντονες. Η αύξηση του κόστους ζωοτροφών, που περιέχουν καλαμπόκι και σόγια με τιμές που έχουν εκτιναχθεί διεθνώς, επηρεάζει την τελική τιμή. Η κατάσταση επιδεινώθηκε από τα κρούσματα γρίπης των πτηνών που έπληξαν αρκετές ευρωπαϊκές χώρες τα τελευταία χρόνια, προκαλώντας διαταραχές στην προσφορά.

Αντέχει η κατανάλωση

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για την Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών 2024, η μέση μηνιαία δαπάνη των ελληνικών νοικοκυριών για κρέας διαμορφώθηκε στα 76,11 ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 3% σε σχέση με το 2023 όταν ήταν στα 73,91 ευρώ. Το κρέας αποτελεί το 21,3% των συνολικών δαπανών διατροφής, το υψηλότερο ποσοστό μεταξύ όλων των κατηγοριών τροφίμων.

Πάντως και παρά τις αυξήσεις στις τιμές, η κατανάλωση κρέατος δεν κατέρρευσε. Η μέση μηνιαία κατανάλωση σε ποσότητα ανήλθε στα 9.405,85 γραμμάρια το 2024, έναντι 9.371,62 γραμμαρίων το 2023, σημειώνοντας μικρή αύξηση της τάξης του 0,4%. Η εικόνα αυτή υποδηλώνει ότι οι καταναλωτές αντέχουν προς το παρόν τις πιέσεις, μετατοπιζόμενοι όμως προς φθηνότερες επιλογές όπως τα πουλερικά, είτε αγοράζουν μικρότερες ποσότητες.

Ας σημειωθεί ότι η συνολική κατανάλωση κρέατος στη λιανική αγορά έπεσε κάτω από τους 500.000 τόνους ετησίως το 2023, για πρώτη φορά μετά το 2000, γεγονός που αποδεικνύει ότι οι πιέσεις αρχίζουν να επηρεάζουν τις συνήθειες των καταναλωτών.

Μειώνεται η παραγωγή βόειου κρέατος στην Ευρώπη

Η άνοδος των τιμών οφείλεται σε πολλαπλούς παράγοντες που δημιουργούν μια “τέλεια καταιγίδα” για τον κλάδο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης (Green Deal), έχει επιβάλει αυστηρότερους περιβαλλοντικούς κανονισμούς στην εκτροφή βοοειδών, με στόχο τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.

Το αποτέλεσμα είναι δραματικό. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η παραγωγή βόειου κρέατος στην ΕΕ27 στο οκτάμηνο του 2025 κατέρρευσε κατά 10,75% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2024, υποχωρώντας στους 3,852 εκατ. τόνους από 4,316 εκατ. τόνους. Η Ελλάδα καταγράφει ακόμη μεγαλύτερη πτώση -13,7%, με την παραγωγή να περιορίζεται στους 19 χιλ. τόνους από 22 χιλ. τόνους, χάνοντας έδαφος ακόμη και σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Ωστόσο, η κατάσταση είναι εξίσου σοβαρή και στους μεγαλύτερους παραγωγούς βόειου κρέατος της Ευρώπης. Η Γαλλία, κύρια πηγή εισαγωγών για την Ελλάδα, κατέγραψε μείωση 4%, η Ισπανία 3,3%, η Ιταλία 10,3%, ενώ δραματική είναι η εικόνα στη Γερμανία με πτώση 18%, την Πολωνία με 10%, την Ιρλανδία με 15,5% και την Ολλανδία με 20,6%.

Οι αιτίες της συρρίκνωσης συνδέονται με τη μείωση των κοπαδιών, τις απώλειες και τη μειωμένη γονιμότητα λόγω της οζώδους δερματίτιδας (bluetongue), τους χαμηλότερους ρυθμούς σφαγών και τα ελαφρύτερα σφάγια. Η εμφάνιση κρουσμάτων οζώδους δερματίτιδας στη Γαλλία και την Ιταλία, καθώς και αφθώδους πυρετού στην Ουγγαρία και τη Σλοβακία, έχει δημιουργήσει πρόσθετα προβλήματα στην προσφορά, με μέτρα περιορισμού και υποχρεωτικούς εμβολιασμούς να ανεβάζουν περαιτέρω το κόστος.

Παράλληλα, οι αυξημένες τιμές ζωοτροφών, ενέργειας, μεταφορών και το κόστος κανονιστικής συμμόρφωσης ανεβάζουν το κόστος εκτροφής και επεξεργασίας, το οποίο μετακυλίεται στις τελικές τιμές. Ταυτόχρονα, η απότομη αύξηση της ζήτησης από αγορές όπως η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και άλλες χώρες που δεν καταναλώνουν χοιρινό για θρησκευτικούς λόγους, πιέζει προς τα πάνω τις διεθνείς τιμές. Οι εξαγωγές βόειου κρέατος της ΕΕ έχουν αυξηθεί σημαντικά, ιδίως προς την Τουρκία και την Αλγερία, ενώ η αύξηση των εισαγωγών παραμένει περιορισμένη.

Η συμφωνία της ΕΕ με τις χώρες της Mercosur για εισαγωγές φθηνού κρέατος από τη Νότια Αμερική δεν έχει αποφέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα, καθώς τα προϊόντα δεν πληρούν πάντα τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές ασφαλείας.

Πηγή: Forbesgreece & thetoc.gr

Σχετικές Ειδήσεις

Back to top button