
Δεν πρόλαβαν να στεγνώσουν τα δάκρια για την απώλεια του Μίμη Δομάζου κι η οικογένεια του Παναθηναϊκού, αλλά και του ελληνικού ποδοσφαίρου γενικότερα βυθίστηκε και πάλι στο πένθος.
Ο Τάκης Οικονομόπουλος, ο θρυλικός τερματοφύλακας του Παναθηναϊκού, άφησε την τελευταία του πνοή, καθώς εδώ και 10 ημέρες νοσηλευόταν σε σοβαρή κατάσταση, έχοντας υποστεί εγκεφαλικό.
Παρά τις προσπάθειες των γιατρών το «πουλί», όπως ήταν το παρατσούκλι που του είχαν κολλήσει από τα πρώτα χρόνια της τεράστιας καριέρας του, έφυγε από τη ζωή…Η τελευταία του δημόσια εμφάνιση ήταν μια από τις δύσκολες στιγμές της ζωής του…
Αν και όλοι γνώριζαν ότι δεν ήταν σε καλή κατάσταση, εν τούτοις ο Τάκης Οικονομόπουλος δεν θα μπορούσε να λείψει από το τελευταίο αντίο του αδελφικού του φίλου Μίμη Δομάζου και βρέθηκε στη Μητρόπολη Αθηνών για τη νεκρώσιμη ακολουθία του «στρατηγού».

«Ο Μίμης ήταν αδελφός ήταν φίλος… Ακόμη και τώρα καθόμασταν μαζί με τον Μίμη, τον Αντώνη (Αντωνιάδη), τον Τότη (Φυλάκούρη) και βλέπαμε τους αγώνες του Παναθηναϊκού.
Την ομάδα που έφτασε στο Γουέμπλεϊ βάλαμε λεφτά εγώ κι ο Μίμης για να έρθουν νέα παιδιά στην ομάδα και να φτάσουν να διεκδικούν το Κύπελλο πρωταθλητριών», είχε πει φανερά συγκινημένος χωρίς να γνωρίζει κανείς ότι αυτή θα ήταν και η τελευταία συνέντευξη της ζωής του…Από μικρός στο ποδόσφαιρο και γεννημένος τερματοφύλακας
Γεννήθηκε στην καρδιά του πολέμου (19 Οκτωβρίου 1943) στην Καλλιθέα κι από πολύ μικρή ηλικία έδειξε την αγάπη του για δύο πράγματα: το ποδόσφαιρο και τη ζωγραφική.
Ο Τάκης Οικονομόπουλος μεγαλωμένος σε μια αθλητική οικογένεια (παλαίστής ο πατέρας, πυγμάχος και ποδοσφαιριστής ο αδερφός του) επέλεξε από τα 5 του τη θέση του τερματοφύλακα, ίσως θαμπωμένος από τον ξάδερφο του που αγωνίζονταν σ’ αυτήν τη θέση στον Φωστήρα…Ξεκίνησε την καριέρα του στην Αθλητική Ένωση Καλλιθέας και στα 16 του πήρε μεταγραφή στον Απόλλων Σμύρνης.
Στην Ελαφρά Ταξιαρχία έμεινε τρία χρόνια καθώς το 1962 μετακόμισε στην Προοδευτική, όμως στον Κορυδαλλό έμεινε μέχρι το καλοκαίρι του 1963 καθώς όλοι πλέον μιλούσαν για το ταλέντο του και τον κέρδισε η ομάδα της καρδιάς του ο Παναθηναϊκός.
«Όταν ήμουν μικρός έπαιζαν Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός και το συζητούσαμε όλοι στην οικογένεια. Με ρωτούσαν ποιον υποστηρίζω και είπα όποιος νικήσει θα γίνει η ομάδα μου… Νίκησε 2-0 ο Παναθηναϊκός», είχε εξηγήσει σε παλαιότερη συνέντευξη του.

Μόλις στην δεύτερη σεζόν του στον Παναθηναϊκό, την περίοδο 1964-65, υπέγραψε ένα μοναδικό κατόρθωμα που συζητείται ακόμη μέχρι και σήμερα, 60 χρόνια μετά. Το «πουλί» κράτησε απαραβίαστη την εστία του γα 1086 λεπτά, ένα ρεκόρ που πιθανότατα θα μείνει ζωντανό για πολλά χρόνια ακόμη. Ο Παναθηναϊκός του Στέφαν Μπόμπεκ που κατέκτησε το πρωτάθλημα, έκανε έναν φανταστικό δεύτερο γύρο αμυντικά, δεχόμενος μόλις δύο γκολ σε 16 αγώνες.
Δυο φορές η Ρεάλ Μαδρίτης τον έβαλε στο στόχαστρο της. Την πρώτη το 1967 και την δεύτερη την σεζόν του τελικού του Γουέμπλεϊ το 1971. Μάλιστα όπως λέγεται, προσέφερε ένα ποσό της τάξεως των 15 εκατομμυρίων δραχμών, ιδιαίτερα μεγάλο για εκείνα τα χρόνια. Ωστόσο όπως τόνιζε ο ίδιος, η χούντα δεν άφησε, πιέζοντας τον Παναθηναϊκό να μην τον πουλήσει. Το 1976 η ανανέωση που επιχείρησε η ομάδα τον έκανε να θεωρήσει πως υποτιμήθηκε η προσφορά του. Πήγε στην Παναχαϊκή και με τις εμφανίσεις του την κράτησε στην κατηγορία ενώ την επόμενη χρονιά επέστρεψε στην Ριζούπολη και τον Απόλλωνα όπου σε ηλικία 36 ετών έκλεισε την καριέρα του κάνοντας σπουδαία παιχνίδια.

Όταν αποχώρησε από την ενεργό δράση επέστρεψε στον Παναθηναϊκό αναλαμβάνοντας ως προπονητής τερματοφυλάκων στο τριφύλλι, θέση την οποία διατήρησε έως το 2006 ενώ σ’ αυτό το διάστημα δούλεψε με σπουδαίους γκολκίπερ όπως οι Σαργκάνης, Λαφτσής, Βάντσικ, Νικοπολίδης.
Πέρα από το ποδόσφαιρο η άλλη μεγάλη του αγάπη ήταν η ζωγραφική και φρόντισε να το δείξει όταν κρέμασε τα γάντια του.

Το πάθος του ήταν πολύ μεγάλο και στα έργα του προσπαθούσε να αποτυπώσει κυρίως στιγμές από την καθημερινότητα, τοπία και στιγμές από τα βιώματα της αθλητικής του ζωής.Έφτασε να συμμετάσχει σε διεθνείς εκθέσεις, ενώ τα έργα του έχουν βραβευτεί τέσσερις φορές στην Biennale της Βαρκελώνης, για τα έτη 1986-1987/ 1988-1989/ 1990-1991/ 1994-1995 και αρκετοί από τους πίνακες του βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές.
Πηγές: Πρώτο Θέμα – Καθημερινή